"Τα μανικετόκουμπα" του Περικλή Χούρσογλου.
Τα μανικετόκουμπα
Σκηνοθεσία, Παραγωγή: Περικλής Χούρσογλου.
Παραγωγή: Περικλής Χούρσογλου. Σενάριο: Παντελής Βούλγαρης. Φωτογραφία: Σταμάτης Γιαννούλης. Μοντάζ: Τ. Γιαννόπουλος. Ηχοληψία: Α. Αχλάδης. Ερμηνεία: Κ. Τσιάνος, Κ. Λόζακ, Ελένη Βούλγαρη (χρώμα, 16 χιλ., 40')
Κείμενο του Λευτέρη Ξανθόπουλου
Ο Χούρσογλου προσπαθεί να μετατρέψει τις νύξεις πού του προσφέρει ένα στέρεο, λιτό και συγκρατημένο σενάριο σε εγγράμματα.
Τα πράγματα δηλώνονται έμμεσα. Η τρυφερή εφηβεία του κοριτσιού (Ε. Βούλγαρη) και ο ανεκπλήρωτος ερωτισμός της θα έρθουν αντιμέτωπα με πληροφορίες από το παρελθόν και μια βάναυση ερωτική πρόταση από το παρόν. Ο πατέρας της (Κ. Τσιάνος) υπήρξε συνεργάτης των ναζί και ο γερμανός φίλος του (Κ. Λόζακ) πού τους επισκέπτεται θα θελήσει να κοιμηθεί με το κορίτσι.
Ο Χούρσογλου δεν αισθάνθηκε ασφαλής να χειριστεί τον ψίθυρο του σεναρίου και να τον μετατρέψει σε κινηματογραφικό λόγο, δεν εμπιστεύθηκε τη μυθοπλασία του. Παραγέμισε την ιστορία με περιττές εικόνες και λόγο, αποδιάρθρωσε την οικονομία, χαμήλωσε ακόμα περισσότερο τους ήδη χαμηλόφωνους τόνους του μύθου και το αποτέλεσμα, παρά τις σκόρπιες καλές στιγμές, μας μεταφέρει τον διχασμό της ταινίας.
Οι νύξεις απαιτούν χρωματική λιτότητα (και των επιμέρους πλάνων και του συγκεκριμένου κάδρου μέσα στο οποίο δηλώνονται), αυστηρούς ρυθμούς, ακρίβεια ερμηνείας, προσεχτική κάμερα και πάνω απ' όλα πίστη του σκηνοθέτη στην αποτελεσματικότητα τους.
Όταν οι νύξεις δηλώνονται κινηματογραφικά, θα πρέπει το τοπίο τριγύρω τους να μένει καθαρό, να μην σκιάζεται - η εικονογράφηση του τοπίου γύρο από τη νύξη θα πρέπει να γίνεται διακριτικά, όλα τα δευτερογενή στοιχεία του πλάνου να παραμένουν στο ημίφως, να βγαίνουν σχεδόν εκτός κάδρου.
Οι νύξεις πρέπει να μένουν μόνες τους, να είναι άμεσες και καίριες για να προλάβουν να εγγραφούν στον θεατή και να παράγουν το κινηματογραφικό έργο πού δεν δημιουργείται πάνω στην ψυχρή οθόνη αλλά μέσα στον δέκτη της σκοτεινής αίθουσας.
Σκηνοθεσία, Παραγωγή: Περικλής Χούρσογλου.
Παραγωγή: Περικλής Χούρσογλου. Σενάριο: Παντελής Βούλγαρης. Φωτογραφία: Σταμάτης Γιαννούλης. Μοντάζ: Τ. Γιαννόπουλος. Ηχοληψία: Α. Αχλάδης. Ερμηνεία: Κ. Τσιάνος, Κ. Λόζακ, Ελένη Βούλγαρη (χρώμα, 16 χιλ., 40')
Κείμενο του Λευτέρη Ξανθόπουλου
Ο Χούρσογλου προσπαθεί να μετατρέψει τις νύξεις πού του προσφέρει ένα στέρεο, λιτό και συγκρατημένο σενάριο σε εγγράμματα.
Τα πράγματα δηλώνονται έμμεσα. Η τρυφερή εφηβεία του κοριτσιού (Ε. Βούλγαρη) και ο ανεκπλήρωτος ερωτισμός της θα έρθουν αντιμέτωπα με πληροφορίες από το παρελθόν και μια βάναυση ερωτική πρόταση από το παρόν. Ο πατέρας της (Κ. Τσιάνος) υπήρξε συνεργάτης των ναζί και ο γερμανός φίλος του (Κ. Λόζακ) πού τους επισκέπτεται θα θελήσει να κοιμηθεί με το κορίτσι.
Ο Χούρσογλου δεν αισθάνθηκε ασφαλής να χειριστεί τον ψίθυρο του σεναρίου και να τον μετατρέψει σε κινηματογραφικό λόγο, δεν εμπιστεύθηκε τη μυθοπλασία του. Παραγέμισε την ιστορία με περιττές εικόνες και λόγο, αποδιάρθρωσε την οικονομία, χαμήλωσε ακόμα περισσότερο τους ήδη χαμηλόφωνους τόνους του μύθου και το αποτέλεσμα, παρά τις σκόρπιες καλές στιγμές, μας μεταφέρει τον διχασμό της ταινίας.
Οι νύξεις απαιτούν χρωματική λιτότητα (και των επιμέρους πλάνων και του συγκεκριμένου κάδρου μέσα στο οποίο δηλώνονται), αυστηρούς ρυθμούς, ακρίβεια ερμηνείας, προσεχτική κάμερα και πάνω απ' όλα πίστη του σκηνοθέτη στην αποτελεσματικότητα τους.
Όταν οι νύξεις δηλώνονται κινηματογραφικά, θα πρέπει το τοπίο τριγύρω τους να μένει καθαρό, να μην σκιάζεται - η εικονογράφηση του τοπίου γύρο από τη νύξη θα πρέπει να γίνεται διακριτικά, όλα τα δευτερογενή στοιχεία του πλάνου να παραμένουν στο ημίφως, να βγαίνουν σχεδόν εκτός κάδρου.
Οι νύξεις πρέπει να μένουν μόνες τους, να είναι άμεσες και καίριες για να προλάβουν να εγγραφούν στον θεατή και να παράγουν το κινηματογραφικό έργο πού δεν δημιουργείται πάνω στην ψυχρή οθόνη αλλά μέσα στον δέκτη της σκοτεινής αίθουσας.