"Το διήμερο" της Δέσποινας Καρβέλα.
Το διήμερο της Δέσποινας Καρβέλα
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Δέσποινα Καρβέλα. Παραγωγή: Δέσποινα Καρβέλα - Μovie maεkers.. Φωτογραφία: Φίλιππας Κουτσάφτης. Κοστούμια: Τάσος Ζωγράφος. Ηχοληψία: Πάνος Πανουσόπουλος. Μοντάζ: Δέσπω - Δανάη Μα-ρουλάκου. Ερμηνεία:: Γιώτα Φιέστα, Αλκής Παναγιωτίδης. (χρώμα, 16 χιλ., 35').
Του Λευτέρη Ξανθόπουλου
Αν η Λιάππα αμφισβητεί την ιστορική μνήμη έτσι όπως ξεπροβάλλει απειλητικά από τους τάφους και στη συνέχεια εγγράφει / αντιπαραθέτει τη δική της ατομική Ιστορία, η Καρβέλα υιοθετώντας τον χρονικό προσδιορισμό (Διήμερο) δηλώνει την πίστη της στην ιστορία και προχωράει στην καταγραφή του μύθου της.
Το νησί των ηρώων θα συμπυκνώσει τις στιγμές τους. Το διήμερο ηρεμίας πού διαλέγουν θα ευαισθητοποιήσει το θηλυκό της ιστορίας. Ο αρσενικός (Άλκης Παναγιωτίδης), κλεισμένος στον εαυτό του έχει αποκλείσει τα ερεθίσματα πού του εκπέμπονται. Η Δάφνη (Γιώτα Φέστα), σωπαίνοντας προσωρινά διαλέγει τον νυχτερινό αισθησιασμό του νησιού για να περιφέρει τη μοναξιά της. Μετά θα ζήσει το δράμα της γριάς με τον κατάκοιτο γέρο της, τη σχέση αγάπης - μίσους του παραδοσιακού ζευγαριού, τη συνήθεια του ενός για τον άλλο, τη μικρή απόσταση ανάμεσα στην έλξη και την απώθηση, τη συντήρηση του ενός από το άλλο, την υποταγή όλων τους στην απροσδιόριστη μοίρα - ριζικό. Η Δάφνη περισσότερο τολμηρή από τον σύντροφο της αποφασίζει να βιώσει για λογαριασμό του όσα εκείνος απωθεί - αργότερα θα προσπαθήσει να του τα μεταφέρει.
Η Καρβέλα, πριν φέρει αντιμέτωπα τα δύο μέρη στη σεκάνς - κλειδί της ταινίας, διαχέει στο νησί τους ήρωες και το υλικό της, διστάζει να μας φανερώσει τη σχέση του ζευγαριού, διστάζει με τις γωνίες λήψης .πού διαλέγει για τη μηχανή της, παρατείνει την εκκρεμότητα. Όταν η Δάφνη αποφασίζει να επέμβει για να τεμαχίσει το χρόνο που πέρασε μέσα από τη σχέση, ο ήλιος πέφτει και το τραπεζάκι του καφενείου είναι παλιό και τσίγκινο και γέρνει (όπως και το νησί των τουριστών που τους περιβάλλει). Η Δάφνη, διακριτικά και χαμηλόφωνα, αφηγείται, εκ των υστέρων, ψιθυρίζει σχεδόν το μύθο της Καρβέλα.
Το τέλος της ταινίας δεν δηλώνει τίποτε περισσότερα από την επανάληψή της. Η σχέση του ζευγαριού είναι διαλυμένη. Η απόσταση που τους χωρίζει γεφυρώνεται προσωρινά από ένα τεχνητό εύρημα, από ήχους δρωμένων στο διπλανό δωμάτιο. Η φόρτιση πού βγαίνει από την ηχητική μπάντα λειτουργεί συγκινησιακά όπως μια είδηση λόγου χάρη πού διαβάσαμε στην εφημερίδα για τα πεινασμένα παιδιά της Ινδίας. Το δικό μας τραπέζι όμως είναι γεμάτο και ή διαδρομή από την εφημερίδα στην κουζίνα αμβλύνει τη μνήμη. Θα ξημερώσει σε λίγο και το νέο ζευγάρι έχει να κάνει την ίδια διαδρομή. Ο γέρος και ή γριά, μαζί με τις αξίες πού κουβαλούν, σβήνουν πίσω μας, θα ξεχαστούν. Οι νέοι θα επιστρέψουν στην πόλη λειψοί, όπως και πριν. Η αναχώρησή τους, πού δεν βλέπουμε, θα επαναλάβει την ιστορία τους. Το Διήμερο πού έζησαν και ή μνήμη (μας) πού επικαλείται ή σκηνοθέτιδα, υπάρχουν μόνο στο νεγκατίφ της ταινίας της Καρβέλα.
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Δέσποινα Καρβέλα. Παραγωγή: Δέσποινα Καρβέλα - Μovie maεkers.. Φωτογραφία: Φίλιππας Κουτσάφτης. Κοστούμια: Τάσος Ζωγράφος. Ηχοληψία: Πάνος Πανουσόπουλος. Μοντάζ: Δέσπω - Δανάη Μα-ρουλάκου. Ερμηνεία:: Γιώτα Φιέστα, Αλκής Παναγιωτίδης. (χρώμα, 16 χιλ., 35').
Του Λευτέρη Ξανθόπουλου
Αν η Λιάππα αμφισβητεί την ιστορική μνήμη έτσι όπως ξεπροβάλλει απειλητικά από τους τάφους και στη συνέχεια εγγράφει / αντιπαραθέτει τη δική της ατομική Ιστορία, η Καρβέλα υιοθετώντας τον χρονικό προσδιορισμό (Διήμερο) δηλώνει την πίστη της στην ιστορία και προχωράει στην καταγραφή του μύθου της.
Το νησί των ηρώων θα συμπυκνώσει τις στιγμές τους. Το διήμερο ηρεμίας πού διαλέγουν θα ευαισθητοποιήσει το θηλυκό της ιστορίας. Ο αρσενικός (Άλκης Παναγιωτίδης), κλεισμένος στον εαυτό του έχει αποκλείσει τα ερεθίσματα πού του εκπέμπονται. Η Δάφνη (Γιώτα Φέστα), σωπαίνοντας προσωρινά διαλέγει τον νυχτερινό αισθησιασμό του νησιού για να περιφέρει τη μοναξιά της. Μετά θα ζήσει το δράμα της γριάς με τον κατάκοιτο γέρο της, τη σχέση αγάπης - μίσους του παραδοσιακού ζευγαριού, τη συνήθεια του ενός για τον άλλο, τη μικρή απόσταση ανάμεσα στην έλξη και την απώθηση, τη συντήρηση του ενός από το άλλο, την υποταγή όλων τους στην απροσδιόριστη μοίρα - ριζικό. Η Δάφνη περισσότερο τολμηρή από τον σύντροφο της αποφασίζει να βιώσει για λογαριασμό του όσα εκείνος απωθεί - αργότερα θα προσπαθήσει να του τα μεταφέρει.
Η Καρβέλα, πριν φέρει αντιμέτωπα τα δύο μέρη στη σεκάνς - κλειδί της ταινίας, διαχέει στο νησί τους ήρωες και το υλικό της, διστάζει να μας φανερώσει τη σχέση του ζευγαριού, διστάζει με τις γωνίες λήψης .πού διαλέγει για τη μηχανή της, παρατείνει την εκκρεμότητα. Όταν η Δάφνη αποφασίζει να επέμβει για να τεμαχίσει το χρόνο που πέρασε μέσα από τη σχέση, ο ήλιος πέφτει και το τραπεζάκι του καφενείου είναι παλιό και τσίγκινο και γέρνει (όπως και το νησί των τουριστών που τους περιβάλλει). Η Δάφνη, διακριτικά και χαμηλόφωνα, αφηγείται, εκ των υστέρων, ψιθυρίζει σχεδόν το μύθο της Καρβέλα.
Το τέλος της ταινίας δεν δηλώνει τίποτε περισσότερα από την επανάληψή της. Η σχέση του ζευγαριού είναι διαλυμένη. Η απόσταση που τους χωρίζει γεφυρώνεται προσωρινά από ένα τεχνητό εύρημα, από ήχους δρωμένων στο διπλανό δωμάτιο. Η φόρτιση πού βγαίνει από την ηχητική μπάντα λειτουργεί συγκινησιακά όπως μια είδηση λόγου χάρη πού διαβάσαμε στην εφημερίδα για τα πεινασμένα παιδιά της Ινδίας. Το δικό μας τραπέζι όμως είναι γεμάτο και ή διαδρομή από την εφημερίδα στην κουζίνα αμβλύνει τη μνήμη. Θα ξημερώσει σε λίγο και το νέο ζευγάρι έχει να κάνει την ίδια διαδρομή. Ο γέρος και ή γριά, μαζί με τις αξίες πού κουβαλούν, σβήνουν πίσω μας, θα ξεχαστούν. Οι νέοι θα επιστρέψουν στην πόλη λειψοί, όπως και πριν. Η αναχώρησή τους, πού δεν βλέπουμε, θα επαναλάβει την ιστορία τους. Το Διήμερο πού έζησαν και ή μνήμη (μας) πού επικαλείται ή σκηνοθέτιδα, υπάρχουν μόνο στο νεγκατίφ της ταινίας της Καρβέλα.