Ειδήσεις

Αναζητήστε με μια λέξη το άρθρο που είναι καταχωρημένο.
10/6/2005 | Αρης Φατούρος

Ημερίδα για τον Ελληνικό Κινηματογράφο

Με την συμπαράσταση του περιοδικού Highlight το ΕΚΚ διοργάνωσε συνάντηση με τους ανθρώπους του κινηματογράφου με τον τίτλο \\\"ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ\\\". Ανάμεσα στις πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις ήταν και αυτή του Αρη Φατούρου (η μόνη που μας στάλθηκε από τον ίδιο φυσικά αφού η η επαναλαμβανόμενη επιθυμία μας προς το ΕΚΚ να μας στέλνει Δελτία Τύπου ποτε δεν είχε αποτέλεσμα). Τον ευχαριστούμε και καταχωρούμε το κείμενο το οποίο και βρίσκουμε ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Αξίζει να σημειώσουμε την ενδιαφέρουσα παρουσία στο πανελ και των: Εύα Στεφανή σκηνοθέτιδα, Θάνο Αναστόπουλο σκηνοθέτη, Βασίλη Μαζωμένου σκηνοθέτη και αντιπρόεδρο του ΕΚΚ, Αγγελο Φραντζή σκηνοθέτη.

Στήν συνέχεια στο πάνελ παραβρέθηκαν οι: Θανάσης Βαλτινός πρόδρος του ΕΚΚ, Βουλα Γεωργακάκου από την Hellas Film, N. Φ. Μικελίδης κριτικός κιν/φου, Δέσποινα Μουζάκη καλλιτεχνική διευθύντρια φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Θ. Ρεντζος κριτικός κιν/φου.

 Εισήγηση Αρη Φατούρου:

 αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι…

 Η θέση του νέου έλληνα σκηνοθέτη σήμερα  είναι το θέμα μας.

 Στα 43 μου και με μόλις δύο μικρές ταινίες στο ενεργητικό μου δε θα μιλήσω βέβαια ούτε ως νέος ούτε ως σκηνοθέτης

 Aλλωστε φυσική σπούδασα και όχι κινηματογράφο- πώς και πού θα μπορούσα αλήθεια να έχω σπουδάσει αξιοπρεπώς στη χώρα μας…

 Επιπλέον έχω πάψει από καιρό να βιοπορίζομαι από την “ελεύθερη” αγορά. Από το κράτος ζω, πρώτα ως σύμβουλος στην Ε.Ρ.Τ, όπου αξιώθηκα να εμψυχώσω το πρόγραμμα μικροφίλμ, και τώρα ως υπεύθυνος του ελληνικού προγράμματος στην Τηλεόραση της Βουλής, όπου συνεργώ στη συστηματική προβολή ελληνικών ταινιών μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και, εσχάτως, μικρού μήκους.

 Θα μιλήσω λοιπόν ως μεσήλικας αυτοδίδακτος ερασιτέχνης  και κρατικοδίαιτος παράγων, που πονάει το ελληνικό σινεμά και ονειρεύεται την ανάπτυξή του.

 Θα μιλήσω κυρίως για να πω κάτι που ξέρω καλά αλλά που σπάνια ομολογείται. Από άγνοια ή πρόθεση. Πως εδώ και 10 χρόνια η ελληνική ταινία μικρού μήκους γνωρίζει πρωτόγνωρη άνθηση, στέκεται με αξιώσεις και βραβεύεται  συστηματικά στα εγκυρότερα ξένα φεστιβάλ. Πως σεμνά και ταπεινά έχει ξεπροβάλει η πιο ταλαντούχα ίσως γενιά σκηνοθετών στην ιστορία του κινηματογράφου μας.

 Ξέρω όμως εξίσου καλά πως και αυτή η γενιά, νέων με παιδεία, συχνά με λαμπρές σπουδές στο εξωτερικό, απελευθερωμένων από τις αγκυλώσεις της προηγούμενης εικοσαετίας, πρόκειται να πάει κι αυτή χαμένη, και θα ’ναι κρίμα..

 Η εισήγηση λοιπόν που ετοίμαζα για σήμερα είχε τίτλο:

Ελληνικός Κινηματογράφος: Μέλλον ή Μάλλον;

Και ενώ ήθελα διακαώς να υπηρετεί μια ευνοϊκή προοπτική για το μέλλον, εκείνη ολίσθαινε παράγραφο την παράγραφο προς το μάλλον και δυστυχώς προς το μάλλον όχι…

 Ήμουν λοιπόν έτοιμος να αποσυρθώ διακριτικά από αυτό εδώ το βήμα, όταν ένα μήνυμα απροσδόκητο εμφανίστηκε στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο. Αποστολέας άγνωστος και, ακόμα χειρότερα, ανύπαρκτος.

 Το περιεχόμενό του όμως με ενθουσιάζει τόσο που το υιοθετώ ανεπιφύλακτα και το προσυπογράφω. Ένα πρόβλημα μόνο έχει, πρόκειται προφανώς για φάρσα. Πώς αλλιώς να εκλάβω την αποδελτίωση ενός άρθρου του περιοδικού Highlights, τεύχους Μαΐου- Ιουνίου του 2020 ; Σαν ραβασάκι από το μέλλον, ωσάν υπερρεαλιστική εφαρμογή του Εμπειρίκειου η σήμερον ως αύριον και ως χθες ; Σας προειδοποιώ, είναι φάρσα!! Και σας το κοινοποιώ ευθύς αμέσως.

 Καλού- κακού μόνο θα μου επιτρέψετε να μην αποκαλύψω το όνομα του φερόμενου ως αρθρογράφου καθώς και όλα τα ονόματα προσώπων που αναφέρονται ή τίτλους ταινιών, γνωστών ή  και αγνώστων σήμερα, με μια μοναδική εξαίρεση: τον συνάδελφό μας σκηνοθέτη- και  φυσικό- Τάσο Μπουλμέτη και την Πολίτικη Κουζίνα του. Για να τον τιμήσω ανυπόκριτα και να τον ευχαριστήσω που έδειξε το δρόμο για ένα ελληνικό mainstream που τόσο έχουμε ανάγκη.

Λοιπόν:

Από το Περιοδικό Highlights, τεύχος Μαΐου-Ιουνίου 2020 !!!, το άρθρο έχει τίτλο:

 Ελληνικός Κινηματογράφος 2000-2020: Απολογισμός σ’ ένα θαύμα.

 Το να μιλά κανείς, μόλις πριν από 15-20 χρόνια, για την επερχόμενη δημιουργική έκρηξη του ελληνικού κινηματογράφου, είχε σίγουρα πολύ γούστο!!

 Η εμπεδωμένη από δεκαετίες ανυποληψία του- θα θυμούνται οι παλαιότεροι τα βαθιά χασμουρητά- η χρόνια ανεπάρκεια της εγχώριας κινηματογραφικής εκπαίδευσης, το γενικότερο έλλειμμα παιδείας σκηνοθετών, σεναριογράφων και παραγωγών, η μεταπρατική λειτουργία των διανομέων, ο ασφυκτικός έλεγχος των αιθουσών από την αμερικανική ταινία, η ανθρωποφαγική βουλιμία ημιμαθών κριτικών, και κυρίως η ανέμπνευστη και ανέξοδη πολιτική ενός κράτους διαχρονικά αδιάφορου για τον πολιτισμό και μιας καθυστερημένης κοινωνίας που βιάζονταν να μικροαστικοποιηθεί, δεν προοιωνίζονταν τίποτα αισιόδοξο για το μέλλον.

Βεβαίως, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, το ελληνικό σινεμά διέθετε τους περισσότερους auter παγκοσμίως, σχεδόν όλοι τους δεν ήταν απλώς σκηνοθέτες, ήταν δημιουργοί και ποιητές… ¶λλη μια ένδειξη ίσως της χάριτος του ανάδελφου έθνους μας… Τι κι αν το κοινό φυλλορροούσε…Τόσο το χειρότερο για ’κείνο… Τι κι αν δεν υπήρχε σενάριο…Η ιδιοφυΐα του μετεξεταστέου μαθητή της νουβέλ βαγκ επρόκειτο να εκδηλωθεί αυθεντικά με αυτοσχεδιασμό στο γύρισμα. Γιατί όμως, και  παρά την τέλεια προθέρμανση, ο πρωτοεμφανιζόμενος στα 43 του φέρελπις ‘auter’, έστεκε την ώρα του γυρίσματος ενεός προ της επιλογής της θέσης κάμερας και της γωνίας λήψης, θυμίζοντας τον Μαρξ, ως ‘χρυσή αλλαγή της ομάδας των γερμανών φιλοσόφων στον- κατά Μόντυ Πάυθονς- ποδοσφαιρικό αγώνα τους εναντίον των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων- όπου και έχασαν με 1-0 ; Και τότε ανελάμβαναν δράση πρώτα ο αυτοδίδακτος, πλην έμπειρος από το πολύ παλιό σινεμά, οπερατέρ και  μετά ένας εφάμιλλος μοντέρ, για να σώσουν την κατάσταση… Γι’ αυτό τα μειδιάματα και τα κλεισίματα του ματιού-

‘τι θέλει ο καλλιτέχνης’, ‘ό,τι πει ο καλλιτέχνης’…

Aς μου συγχωρηθεί η κακεντρέχεια. Και άξιοι σκηνοθέτες ασφαλώς υπήρξαν αρκετοί, και απ’ αυτούς κάποιοι σπουδαίοι, μερικοί μάλιστα - να ’ναι καλά- συνεχίζουν αειθαλείς μέχρι και σήμερα. Όπως υπήρξαν και δημιουργικοί παραγωγοί, υποστηρικτές διανομείς και καλοπροαίρετοι διανοούμενοι κριτικοί. Και σημαντικές ταινίες έγιναν αρκετές και μερικές σπουδαίες. Όμως ήταν λίγες για τόσο πολλά χρόνια και πάντως δε στάθηκαν ικανές να προστατεύσουν την κινηματογραφία μας από την οικονομική, αισθητική και πνευματική ανέχεια και καχεξία.

 Και με τα χρόνια η φτώχεια έφερνε γκρίνια και μιζέρια, αναξιοκρατία και ανορθολογισμό, παραγοντισμό και ευνοιοκρατία, συντεχνιακή νοοτροπία και ψευτο-συνδικαλισμό, εκμαυλισμό συνειδήσεων και αμοραλισμό, διχόνοια και μισαλλοδοξία, διασυρμό σε ημεδαπή και αλλοδαπή, αποθάρρυνση και ευνουχισμό πολλών αυθεντικών ταλέντων, αποπροσανατολισμό των νέων.

 Στη στροφή της χιλιετίας η επετηρίδα των φυσικών - και των άλλων καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης- είχε πλέον καταργηθεί, όμως στο σινεμά καλά κρατούσε. Ευτυχώς όχι για πολύ ακόμα..

 Ήταν η εποχή που τα ψίχουλα που επενδύονταν στην παραγωγή ταινιών, περίπου 6-7 εκ. € ετησίως, 20 φορές δηλαδή λιγότερα απ’ ότι σήμερα, θεωρούνταν  άσκοπη σπατάλη, κοινώς λεφτά για πέταμα. Σήμερα ο συνολικός τζίρος ξεπερνά τα 200 εκ. € με καθαρά κέρδη άνω των 50 εκ.  Από τις 20-25 ταινίες περίπου που παράγονταν κάθε χρόνο μόνο 7-8 κατόρθωναν να βγουν  στις αίθουσες. Σήμερα παράγονται περί τις 50 ταινίες ετησίως και σχεδόν όλες βρίσκουν διανομή. Λιγότερο από 5% ήταν το μερίδιο της ελληνικής ταινίας στα συνολικά εισιτήρια. Σήμερα, ενώ τα συνολικά εισιτήρια έχουν τριπλασιαστεί, το ποσοστό ξεπερνά το 30%. Οι  συμπαραγωγές και η διανομή στο εξωτερικό ήταν όνειρο απατηλό. Σήμερα τουλάχιστον 10 ταινίες  το χρόνο εξασφαλίζουν διεθνείς συμπαραγωγούς ενώ το 50% περίπου των συνολικών εσόδων της κινηματογραφικής μας βιομηχανίας καλύπτεται από εξαγωγές.

 Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, που σήμερα παίζει σημαντικό επιτελικό και συντονιστικό ρόλο, ενώ το μερίδιό του στην παραγωγή δεν ξεπερνά το 10%, ήταν ο μοναδικός σχεδόν χρηματοδότης της εποχής. Χωρίς πόρους, χωρίς στόχους και όραμα, συμβιβασμένο με τη νομοτέλεια μιας δήθεν αντικειμενικής πραγματικότητας, διαχειρίζονταν τη γκρίζα κατάσταση και  απλώς εξασφάλιζε τη συνέχεια επί της οθόνης – θα θυμάστε το ηττοπαθές σλόγκαν…

 Όμως δεν ήταν καιρός για συνέχεια, ήταν ώρα για ασυνέχειες. Και ευτυχώς οι ασυνέχειες ήρθαν, και ήταν συνεχείς..

 Τις απαριθμώ με χρονολογική σειρά:

·        2000  Η ΕΡΤ εγκαινιάζει πρόγραμμα παραγωγής μικρών ταινιών, το γνωστό μικροφίλμ, και μονοπωλεί τα βραβεία του Φεστιβάλ Δράμας και τα κρατικά βραβεία του ΥΠ.ΠΟ. Grand Prix στο Clermont Ferrand και σωρεία πρωτόγνωρων διεθνών διακρίσεων. Διαπιστώνεται το συγκριτικό πλεονέκτημα της συνύπαρξης και άμιλλας διαφορετικών προγραμμάτων παραγωγής. Το μικροφίλμ υπερέχει 10 προς 1 των μικρογραφιών του ΕΚΚ στο πηλίκο κόστους – οφέλους (πενταπλάσιο όφελος στο μισό κόστος).  Ειδοποιό στοιχείο του προγράμματος αποτελεί το εργαστήριο σεναρίου, που ανατίθεται στο Μεσογειακό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, νεοσύστατο τότε πρόγραμμα ανάπτυξης σεναρίων στο πλαίσιο του Media Training.

  • 2003 Κυκλοφορεί η Πολίτικη Κουζίνα σε σκηνοθεσία του Τάσου Μπουλμέτη. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Μέχρι σήμερα έχει ξεπεράσει τα 2 εκ. εισιτήρια στην Ελλάδα, ρεκόρ που ενώ έχει απειληθεί 2-3 φορές τα τελευταία χρόνια, παραμένει ακόμα ακατάρριπτο. Η Πολίτικη Κουζίνα αποτέλεσε τον προπομπό επενδύσεων σημαντικών ξένων κεφαλαίων στο ελληνικό σινεμά, με ανυπολόγιστες ευεργετικές επιπτώσεις στην ανάπτυξή του.

  • 2005 Η ΕΡΤ, από κοινού με τη Βουλή-Τηλεόραση, επενδύουν στο χώρο του ιστορικού ντοκιμαντέρ. Διοργανώνονται σεμινάρια και εργαστήρια με τη συνέργια του EDN και ξεκινούν δειλά διεθνείς συμπαραγωγές με μεγάλα ευρωπαϊκά κανάλια. Σήμερα επικρατεί δημιουργικός οργασμός, ο μοναδικός ιστορικός πλούτος της χώρας μας αξιοποιείται επιτέλους αποτελεσματικά και τα ελληνικά ιστορικά ντοκιμαντέρ κάνουν λαμπρή διεθνή καριέρα.

  • 2005-6 Είναι η διετία της ρήξης και της δημιουργικής ανατροπής. Μπαίνουν τα θεμέλια της αναγέννησης της κινηματογραφικής αγοράς με δέσμη μέτρων και κινήτρων για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων από το εσωτερικό και το εξωτερικό, ενώ παράλληλα καταβάλλονται γνήσιες προσπάθειες εξορθολογισμού και βελτιστοποίησης της απόδοσης της δημόσιας δαπάνης. Σημειώνεται γενναία στροφή υπέρ των νέων σκηνοθετών. Δίνεται έμφαση στην ανάπτυξη του ελληνικού σεναρίου και την ανάδειξη νέων σεναριογράφων. Aξιοποιείται το ΜΙΚ, που  εξελίσσεται ήδη σε κορυφαίο πρόγραμμα σεναριογραφίας του MEDIA Training. Οικοδομείται ένα παράλληλο εναλλακτικό κύκλωμα διανομής σ’ όλη τη χώρα, επιχειρούνται μεθοδικά η εξασφάλιση διεθνών συμπαραγωγών για την ελληνική ταινία καθώς και η προώθηση της στις ξένες αγορές. Η πρόοδος που θα καταγραφεί σ’ όλα αυτά τα μέτωπα θα είναι εντυπωσιακή.

  • 2006 Η Finos Film, το μεγαλύτερο brand name από καταβολής ελληνικού κινηματογράφου, επιστρέφει στην ενεργό δράση μετά από 30 χρόνια ως μη κερδοσκοπικό κληροδότημα, το Ίδρυμα Φιλοποίμενος Φίνου. Το Finos Film Foundation, με αρχικό κεφάλαιο 100 εκ.€ και με ετήσια έσοδα περί τα 10 εκ. €, από την αξιοποίηση των 150 περίπου παραδοσιακών ταινιών του- τηλεοπτικά δικαιώματα, DVD, κλπ.- καθώς και των ιδιόκτητων studio στα Σπάτα, και μ’ ένα ακόμα  F στο κλασικό του λογότυπο, έμελλε να παίξει πρωταγωνιστικό ή και ηγετικό ρόλο- εκπαιδευτικό, παραγωγικό και αναπτυξιακό- στην ευτυχή εξέλιξη του ελληνικού σινεμά.

  • 2006 Ιδρύεται, έστω και με καθυστέρηση 50 ετών, η Ακαδημία Κινηματογράφου Τηλεόρασης & Οπτικοακουστικών Τεχνών. Πρόκειται για νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου στο οποίο συμπράττουν  το  ελληνικό  δημόσιο, η  ΕΡΤ και το Ίδρυμα Φίνου.

Συγχρόνως η ΕΡΤ προσφέρει το κτιριακό συγκρότημα και τα στούντιο του κτήματος Κατεχάκη για τη δημιουργία  Οπτικοακουστικού Πάρκου όπου πλέον συστεγάζονται η Ακαδημία Κινηματογράφου, το Εθνικό Κινηματογραφικό Αρχείο, η νεοσύστατη υπερσύγχρονη βιντεοθήκη του Ιδρύματος Φίνου, καθώς και η Κινηματογραφία, το Μουσείο και το Αρχείο της ΕΡΤ. Παράλληλα ιδρύονται και νέα Τμήματα κινηματογραφικών σπουδών σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ και εισάγονται μαθήματα κινηματογράφου στη Στοιχειώδη και τη Μέση Εκπαίδευση.

Η Ακαδημία, κατάφερε να μετατρέψει σε πλεονεκτήματα τόσο την έλλειψη στη χώρα μας ισχυρής εκπαιδευτικής παράδοσης όσο και καθηγητικών αυθεντιών. Έτσι προέκυψε μια μοντέρνα και ανοιχτή Σχολή με νέους διδάσκοντες και συνεχείς μετακλήσεις  κορυφαίων επισκεπτών καθηγητών- κινηματογραφιστών και ακαδημαϊκών-  απ’ όλο τον κόσμο. Το αγγλόφωνο τμήμα της Ακαδημίας είναι πλέον αρκετά γνωστό διεθνώς και προσελκύει πλήθος αλλοδαπών φοιτητών, από τα Βαλκάνια, τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

  • 2006  Ενεργοποιείται επιτέλους ο νόμος για το 1,5%, και οι διαθέσιμοι πόροι για την παραγωγή ταινιών διπλασιάζονται. Η ιδιωτική Τηλεόραση μετά από μια περίοδο αμηχανίας και αστοχίας στις κινηματογραφικές επιλογές της έμελλε να συμβάλει σημαντικά στο ‘νέο κύμα’ του ελληνικού σινεμά και να ωφεληθεί και η ίδια πολλαπλά από την αναγκαστική εμπλοκή της σ’ αυτό.

  • 2007  Θεμελιώνεται, με πόρους από την αυτοδιοίκηση και τον τουρισμό, η περιφερειακή κινηματογραφία, στη βάση του προγράμματος ‘κάθε νομός και μικρού μήκους, κάθε περιφέρεια και μεγάλου μήκους’. Δημιουργείται περιφερειακό φεστιβάλ με κυλιόμενη έδρα. Το πρόγραμμα, εξελίσσεται σε σημαντικό πόλο ανάπτυξης της παραγωγής και οδηγεί σε μια ‘κινηματογραφική πατριδογνωσία’  πολλαπλά ευεργετική για τον πολιτισμό μας.

Εδώ το άρθρο διακόπτεται απότομα, κάτι αναφέρει πιο κάτω για το 2017, ότι οι έλληνες εφοπλιστές άρχισαν να επενδύουν μαζικά στην ελληνική οπτικοακουστική βιομηχανία και ότι η ελληνική ταινία διεισδύει επιτυχώς στην τεράστια κινεζική αγορά. Και μετά έχει κάτι κινέζικα…

και τέλος.